Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αφιερώματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αφιερώματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2016

Josef Koudelka μία μοναδική συνέντευξη


Κάθε φορά που φθάνω σε ένα σημείο όπου αρχίζουν πλέον τα πράγματα να επαναλαμβάνονται, είμαι ήδη έτοιμος από πριν να πάω κάπου αλλού

Οι εικόνες του ήταν ένας ολόκληρος κόσμος, ένα «θαύμα», σαν να τις είχε τραβήξει μέσα στα όνειρα, σαν να είχε βγει στα όρια της πραγματικότητας και της φαντασίας και να ακινητοποίησε ό,τι είδε εκεί. Λες και βλέπεις το ξημέρωμα της ανθρώπινης φύσης, έτσι μοιάζει κάθε εικόνα του! Γι' αυτό και ό,τι στην πραγματικότητα έχουμε καταχωρίσει στον χώρο της ασχήμιας στον δικό του φακό αποκαλύπτεται ως ο ορισμός της ομορφιάς!

Ενας από τους πιο δύσκολους στις συνεντεύξεις, ένας από τους λίγους στον κατάλογο των ακατάδεκτων των σελίδων των εφημερίδων και των περιοδικών, που δεν λέει «ναι» ποτέ... είπε «ναι» και εγώ μετά από πολύ καιρό σε αυτόν τον χώρο ένιωσα το έδαφος κάτω από τα πόδια μου να φεύγει! Πηγαίνοντας στο ραντεβού μας ξανασυναντήθηκα με την αγωνία, με τη διάθεση να ζήσω, όχι να ρωτήσω. Να τον ακούω να  μας διηγείται τη γνωριμία του με τον Τσαρούχη, τη φράση που του έμεινε όταν τον είδε για τελευταία φορά στην Αθήνα: «Ξέρεις, Γιόζεφ, γιατί θα ήθελα να είμαι ο πλουσιότερος άνθρωπος στην Ελλάδα; Για να αγοράσω την Αθήνα, να την γκρεμίσω και να την ξαναχτίσω από την αρχή». Ο Κουντέλκα είναι μνημείο ζωντανό ενός είδους ανθρώπου που στις ημέρες μας ούτε στα βιβλία δεν συναντάει κανείς. Απολαύστε τον!

Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2016

Anders Petersen: «Δεν υπάρχουν φωτογραφίες χωρίς πόθους»

Κινούμενος ανάμεσα στο προσωπικό ημερολόγιο, τη φωτογραφία ντοκουμέντο και τη φωτογραφία δρόμου, συχνά με έμφαση στους απόκληρους και τους «καταραμένους», ο 71χρονος Σουηδός Anders Petersen είναι ένας από τους πιο σημαντικούς Ευρωπαίους φωτογράφους. Τo λεύκωμά του Café Lehmitz, που πρωτοκυκλοφόρησε το 1978, κι αποτυπώνει του θαμώνες του ομώνυμου café του Αμβούργου, θεωρείται από τα πιο εμβληματικά φωτογραφικά λευκώματα του 20ού αιώνα. Άνθρωπος ευφυής, σεμνός κι ιδιαιτέρως επικοινωνιακός, απάντησε στις ερωτήσεις μας απολογούμενος για τα (υποτίθεται!) «φτωχά» του αγγλικά, κι αποκαλύπτοντας ότι ετοιμάζει καινούρια δουλειά, χωρίς, ωστόσο, να επιθυμεί να αναφερθεί περισσότερο λεπτομερώς σε αυτήν.
Anders Petersen, Lilly and Rose

Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2015

Αφιέρωμα στον φωτογράφο Eugène Atget (1857-1927)


Ο Ευγένιος Ατζέ (Jean-Eugène-Auguste Atget γεννήθηκε το 1857 στη γαλλική πόλη Λιμπούρν (Libourne) της νοτιοδυτικής Γαλλίας, γιος του αμαξοποιού Ευγένιου Ατζέ και της Κλάρα-Αντελίν Ουρλιέ. Δύο χρόνια αργότερα εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Μπορντό, ωστόσο το 1862 οι γονείς του πέθαναν και την ανατροφή του ανέλαβαν ο παππούς και η γιαγιά του. Μετά τις σχολικές σπουδές του εργάστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα ως ναύτης και καμαρότος, πριν εγκατασταθεί στο Παρίσι το 1878, με στόχο να ακολουθήσει σταδιοδρομία ηθοποιού. Το 1879 έγινε δεκτός στη δραματική σχολή, έχοντας αποτύχει ένα χρόνο νωρίτερα. Τα επόμενα δέκα περίπου χρόνια εργάστηκε ως ηθοποιός χωρίς όμως να σημειώσει ιδιαίτερη επιτυχία και εγκατέλειψε την ηθοποιία εξαιτίας ενός προβλήματος υγείας με τις φωνητικές του χορδές, αποφασίζοντας παράλληλα να στραφεί στη ζωγραφική, το σχέδιο και τη φωτογραφία. Το 1890 αποφάσισε να γίνει επαγγελματίας φωτογράφος, αντιλαμβανόμενος πως οι ζωγράφοι και σχεδιαστές της εποχής είχαν ανάγκη από φωτογραφίες ως πρότυπα για τη δημιουργία των έργων τους. Για το λόγο αυτό, διαφήμισε τις υπηρεσίες του ως ντοκουμέντα για καλλιτέχνες (documents pour artistes). Τα επόμενα χρόνια, φωτογράφισε με συστηματικό τρόπο το Παρίσι και τα περίχωρά του, δημιουργώντας τελικά μία σημαντική συλλογή φωτογραφιών, την οποία και εμπορευόταν. Παρά το γεγονός πως τροφοδοτούσε με φωτογραφίες σημαντικούς ζωγράφους της εποχής, όπως το Ζωρζ Μπρακ και τον Αντρέ Ντερέν, αλλά και την Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισιού, η οικονομική του κατάσταση υπήρξε γενικά δυσμενής, γεγονός που τον ανάγκαζε να βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα οικονομικά έσοδα της συζύγου του, η οποία εργαζόταν ως ηθοποιός. Από το 1914 άρχισε να εγκαταλείπει σταδιακά τη φωτογραφία. Πέθανε στις 4 Αυγούστου του 1927, ένα χρόνο μετά το θάνατο της συζύγου του. Η αξία του φωτογραφικού έργου του Ατζέ αναγνωρίστηκε αρχικά από την αμερικανίδα φωτογράφο και βοηθό εκείνη την εποχή του Μαν Ραίη, Μπερενίς Άμποτ, η οποία τον συνάντησε περίπου να χρόνο πριν το θάνατό του, εξασφαλίζοντας αρκετά αρνητικά και εκτυπώσεις του. Μετά το θάνατό του, η Άμποτ προέβαλε το έργο του και συνέβαλε στην αναγνώρισή του ως ένα σημαντικό έργο τέχνης, πέρα από την ιστορική του διάσταση, ως ντοκουμέντο για την πόλη του Παρισιού. Το 1968, το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, αγόρασε τη συλλογή της Άμποτ με έργα του Ατζέ και το 1985 παρουσίασε μία τετράτομη συλλογή με θέμα τη ζωή και το έργο του.

πηγη : https://el.wikipedia.org/
Βιντεο στο you tube






Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2015

Αντρέ Κερτέζ και Μαν Ρέι



covericecream
Ο Αντρέ Κερτέζ ήταν γνωστός για τον ενθουσιασμό του. Στα 90 του ρωτήθηκε από τη φωτογράφο Σούζαν Μέι Τέλ τί είναι αυτό που τον κάνει ακόμη να δουλεύει. «Μα, είμαι ακόμη πεινασμένος», της απάντησε ο διάσημος φωτογράφος, ο οποίος πίστευε ότι το θέμα που επέλεγε να φωτογραφίσει είχε το δικό του ρυθμό και από μόνο του μετατρεπόταν σε raison d’etre. Στη φωτογραφία, τραβηγμένη το 1944 στη Νέα Υόρκη ο πιτσιρικάς είναι ευτυχής καθώς μόλις έχει ανακαλύψει μια σελίδα με κόμικς σε σωρό από πεταγμένες εφημερίδες.
man-ray-self-portrait-1924
Ο Αμερικανός αρτίστας Μαν Ρέι είχε πει κάποτε : «Προσπαθούσα να κάνω με τη φωτογραφία αυτό που έκαναν οι ζωγράφοι, με τη διαφορά ότι χρησιμοποιούσα φως και χημικά προϊόντα αντί για χρώματα, κι αυτό δίχως τη βοήθεια της φωτογραφικής μηχανής». Ο επεισοδιακός Μαν Ρέι

Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2015

Φωτογραφία και γυμνό

Εντάξει, «όταν εμείς φτιάχναμε Παρθενώνες, αυτοί ήταν στα δένδρα». Οταν όμως αυτοί έβγαζαν έναν Μαν Ρέι, εμείς καίγαμε γυμνές φωτογραφίες για να προστατεύσουμε τη μνήμη του φωτογράφου. Καταλαβαίνετε σε τι κυκεώνα μπήκε ο ιστορικός της φωτογραφίας Αλκης Ξανθάκης προκειμένου να ολοκληρώσει το βιβλίο «Το γυμνό στην ελληνική φωτογραφία», από τις εκδόσεις «Κοχλίας». Δεκαπέντε χρόνια τού χρειάστηκαν.
Ομως, αποζημιώθηκε: ανακάλυψε τη μαντάμ Ορτάνς σε προκλητική πόζα φωτογραφείου της Κρήτης, συνάντησε τις πρώτες πόρνες της οδού Σκουφά να στέκονται ολόγυμνες μπροστά στο φωτογραφικό φακό, μπήκε στο ερωτικό αρχείο του Εμπειρίκου και άλλων επιφανών του πνεύματος και της επιστήμης.



Kiki de Montparnasse (Alice Prin, 1901-1953)


Γεννήθηκε στη Βουργουνδία και η ανύπαντρη μητέρα της γρήγορα έφυγε για το Παρίσι, αφήνοντας τη μικρή Αλίς  στη γιαγιά της. Η μικρή μεγάλωσε σε συνθήκες απόλυτης φτώχιας, δούλευε στους γείτονες για το φαγητό της ή έκλεβε από τους κήπους λαχανικά για να ζήσει.
Στην ηλικία των 12 ετών πήγε στο Παρίσι μόνη της για να βρει τη μητέρα της. Δούλεψε με έναν τυπογράφο, βοηθώντας στην εκτύπωση του Κάμα Σούτρα. Μετά σε ένα φούρναρη όπου τσακώθηκε με τη γυναίκα του και στα δεκατέσσερα της  άρχισε να ποζάρει γυμνή για ένα γέρο γλύπτη. Η μητέρα της την έδιωξε από το σπίτι και έτσι η Αλίς άρχισε να ζει στους δρόμους. Πλενόταν στις τουαλέτες των καφέ του Μονπαρνάς, όπου εκεί γνώρισε και τους καλλιτέχνες της ζωής της.
Ο ζωγράφος Chaïm Soutine , ένας από τους πρώτους εραστές της την αποκάλεσε Kiki («Από το Αλίκη, όπως είναι το όνομά σου στα ελληνικά!» της είπε).

 Η Kiki de Montparnasse, η Βασίλισσα των καμπαρέ στο Παρίσι του 1920, μόλις είχε γεννηθεί.




Mοντέλο των καλλιτεχνών

Η 'Αλις υπήρξε το μοντέλων δεκάδων δημοφιλών καλλιτεχνών του Παρισιού όπως των Chaim Soutine, Julian Mandel, Tsuguharu Foujita, Constant Detré, Francis Picabia, Jean Cocteau, Arno Breker, Alexander Calder, Per Krohg, Hermine David, Pablo Gargallo, Mayo, και Tono Salazar.

 Μολονότι δεν είχε την αιθέρια ομορφιά της εποχής, δεν την ένοιαζε. Γρήγορα έγινε το αγαπημένο μοντέλο των καλλιτεχνών, ανάμεσά τους ο Πασέν, ο Ντερέν, ο Οσκαρ Ντμίνγκεζ. Η «Νεαρή γυναίκα με ντεκολτέ» του Μόις Κίσλινγκ (1922) δείχνει μια χαριτωμένη Κικί που κοιτάζει τον θεατή με υγρά, μεγάλα μάτια, ενώ στο η «Κικί γυμνή» του Περ Κρογκ (1928) αναδίνει έναν πρωτογενή σεξουαλισμό.

Η πιο αξιομνημόνευτη εικόνα της όμως είναι η φωτογραφία του Μαν Ρέι «Το βιολί του 'Ενγκρ», γυμνή με γυρισμένη την πλάτη όπου πάνω της βρίσκονται δύο f. Είναι ένα εγκώμιο των καμπυλών της που μοιάζουν με του βιολιού και μια ομολογία ότι είναι το όργανο για τη δημιουργία τέχνης.

Συνδέθηκε με τον Μαν Ρέι με μία θυελλώδη ερωτική σχέση, οι ανασφάλειές της, οι συγκρούσεις, οι επεισοδιακοί τους χωρισμοί, τα ξενύχτια, τα μεθύσια, οι γυμνές πόζες, το αχαλίνωτο σεξ τα βράδια και τα κενά πρωινά που ακολουθούσαν, μέχρι τέλους,  πνιγμένα στην κοκαΐνη και τα βαρβιτουρικά.

Για τον Μαν Ρέι  υπήρξε  η μούσα και η έμπνευσή του.  Η  Κέι Μπόιλ - Αμερικανίδα μυθιστοριογράφος  που έζησε στο Παρίσι τον καιρό που ήταν και η Κική -  γράφει: «ο Μαν Ρέι σχεδίασε τη μορφή της την οποία και ζωγράφισε με το χέρι του. Αρχισε ξυρίζοντας τα φρύδια της και βάζοντας άλλα στη θέση τους, ανάλογα με το χρώμα που είχε αποφασίσει ότι θα την έβαφε εκείνη την ημέρα».

O Man Rey με το πορτραίτο της Kiki

 Παρά την έντονη σχέση τους, η Κικί αποδείχθηκε υπερβολική για τον Μαν Ρέι. Οταν ένας καφετζής στη Νίκαια την αποκάλεσε πόρνη, αυτή τον χτύπησε και κατέληξε στη φυλακή. Ο δικηγόρος του Μαν Ρέι μπόρεσε να την απελευθερώσει μόνον αφού προσκόμισε μια ιατρική βεβαίωση ότι δεν έχει σώας τας φρένας. Λίγο μετά, ο Μαν Ρέι την εγκατάλειψε για τη μαθήτρια και προστατευόμενή του στη φωτογραφική τέχνη Λι Μίλερ. Της το ανακοίνωσε σε ένα από τα καφέ όπου σύχναζαν και μόνο μπαίνοντας κάτω από το τραπέζι σώθηκε από τα πιάτα που του πέταγε στο κεφάλι.

Στο τέλος της δεκαετίας του 1920 η Κικί είχε το δικό της καμπαρέ Chez Kiki κι ένα τραπέζι στο Le Dome ήταν μόνιμα κρατημένο στο όνομά της. Είχε αρχίσει να ζωγραφίζει σε στυλ πριμιτίφ και η έκθεσή της το 1927 είχε τεράστια επιτυχία. Δυο χρόνια αργότερα δημοσίευσε τις αναμνήσεις της  "Kiki’s Memoirs", ένα βιβλίο απαγορευμένο στην Αμερική μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970.
Στην πραγματικότητα, η Κικί ήταν διάσημη. Το κουτσομπολιό ανθούσε τριγύρω της και η ίδια ενθουσιαζόταν ακόμη και αν οι ιστορίες ήταν ψεύτικες. Η ηγεμονία της άρχισε να φθίνει μαζί με τη δεκαετία του 1920. Ηταν ανίκανη να λειτουργήσει εκτός Παρισιού, μια απόπειρα να εισέλθει στον αμερικανικό κινηματογράφο στη δεκαετία 1930 απέτυχε,  το Παρίσι όμως δεν ήταν πια δικό της.
Στα τελευταία της χρόνια, η Κικί έπεσε στην αυτοπαρωδία, τραγουδώντας για τουρίστες στα καφέ του Μονπαρνάς, προκειμένου να βρει χρήματα για τις πολυδάπανες έξεις της, την κοκαΐνη και το αλκοόλ. Το 1953, στα 52 της χρόνια, κατέρρευσε και πέθανε. Για την κηδεία της πλήρωσαν οι ιδιοκτήτες των καφέ του 6ου Διαμερίσματος του Παρισιού.

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2015

5 πράγματα που μου έμαθε ο Picasso για τη ζωή

n

Ο Πάμπλο Ντιέγο Χοσέ Φρανθίσκο ντε Πάουλα Χουάν Νεμοπουθένο Μαρία ντε λος Ρεμέδιος Θιπριάνο ντε λα Σαντίσιμα Τρινιδάδ Ρουίθ ι Πικάσο ή απλά Πάμπλο Πικάσο (25 Οκτωβρίου 1881 - 8 Απριλίου 1973) ήταν Ισπανός ζωγράφος. Είναι ένας από τους κυριότερους Ισπανούς εκπροσώπους της τέχνης του 20ού αιώνα, συνιδρυτής μαζί με τον Ζωρζ Μπρακ του κυβισμού και με σημαντική συνεισφορά στη διαμόρφωση και εξέλιξη της μοντέρνας και σύγχρονης τέχνης. Υπήρξε υποστηρικτής του Κομμουνισμού, καθ'όλη τη διάρκεια της ζωής του

Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2015

Οι πρώτες φωτογραφίες στην ιστορία της φωτογραφίας από τον Νικηφόρο Νιέπς



 Η πρώτη χημική φωτογραφία που αποτυπώθηκε από τον Νικηφόρο Νιέπς, 1826. Απαιτήθηκαν συνολικά 8 ώρες έκθεσης

Αποψη από το παράθυρο στο Γκρα του Σαν Λουπ ντε Βαρέν

 
 Μπορεί ο Νταγκέρ να θεωρείται ο πατέρας της φωτογραφίας, ωστόσο την πρώτη πραγματική φωτογραφία την έβγαλε ο Νικηφόρος Νιεπς το 1826
Στις 7 Ιανουαρίου του 1839, ο Φρανσουά Αραγκό, ο διάσημος επιστήμονας και πολιτικός, ανακοίνωσε επίσημα σε ομιλία του στην Ακαδημία των Επιστημών, την «ανακάλυψη» της φωτογραφίας.

Το καλοκαίρι του ίδιου έτους, το Κοινοβούλιο ψήφισε έναν νόμο........


......σύμφωνα με τον οποίο το γαλλικό κράτος αγόραζε τα δικαιώματα της νέας μεθόδου, με αντάλλαγμα μια ετήσια σύνταξη ύψους 6.000 φράγκων στον Λουί Ζακ Μαντέ Νταγκέρ. Ετσι, λοιπόν, γεννήθηκε η φωτογραφία. Η δαγκεροτυπία έμελλε να γίνει το πρότυπο που χρησιμοποιούσε όλη η Ευρώπη, η οποία παρέμεινε ενθουσιασμένη με τη μέθοδο αυτή για πάνω από μια δεκαετία. Συνήθως στην ιστορία μένει το όνομα αυτών που ξέρουν να πουλάνε τον εαυτό τους. Αναμφίβολα, ο Χριστόφορος Κολόμβος δεν ήταν ο πρώτος που έφτασε στην Αμερική, ωστόσο το όνομά του έχει συνδεθεί για πάντα με αυτήν την «ανακάλυψη». Η φωτογραφία δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση από αυτόν τον κανόνα. Διότι η πρώτη φωτογραφία που δημιουργήθηκε ποτέ αποτελεί έργο του Νικηφόρου Νιεπς, ο οποίος την έβγαλε περίπου έντεκα χρόνια πριν ο Νταγκέρ κάνει επίδειξη της μεθόδου του στον Αραγκό.

Δευτέρα 5 Οκτωβρίου 2015

Γιόζεφ Κουντέλκα, μία μοναδική συνέντευξη και ένα φωτογραφικό άλμπουμ

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 22, 2013
Κάθε φορά που φθάνω σε ένα σημείο όπου αρχίζουν πλέον τα πράγματα να επαναλαμβάνονται, είμαι ήδη έτοιμος από πριν να πάω κάπου αλλού

Οι εικόνες του ήταν ένας ολόκληρος κόσμος, ένα «θαύμα», σαν να τις είχε τραβήξει μέσα στα όνειρα, σαν να είχε βγει στα όρια της πραγματικότητας και της φαντασίας και να ακινητοποίησε ό,τι είδε εκεί. Λες και βλέπεις το ξημέρωμα της ανθρώπινης φύσης, έτσι μοιάζει κάθε εικόνα του! Γι' αυτό και ό,τι στην πραγματικότητα έχουμε καταχωρίσει στον χώρο της ασχήμιας στον δικό του φακό αποκαλύπτεται ως ο ορισμός της ομορφιάς!

Ενας από τους πιο δύσκολους στις συνεντεύξεις, ένας από τους λίγους στον κατάλογο των ακατάδεκτων των σελίδων των εφημερίδων και των περιοδικών, που δεν λέει «ναι» ποτέ... είπε «ναι» και εγώ μετά από πολύ καιρό σε αυτόν τον χώρο ένιωσα το έδαφος κάτω από τα πόδια μου να φεύγει! Πηγαίνοντας στο ραντεβού μας ξανασυναντήθηκα με την αγωνία, με τη διάθεση να ζήσω, όχι να ρωτήσω. Να τον ακούω να  μας διηγείται τη γνωριμία του με τον Τσαρούχη, τη φράση που του έμεινε όταν τον είδε για τελευταία φορά στην Αθήνα: «Ξέρεις, Γιόζεφ, γιατί θα ήθελα να είμαι ο πλουσιότερος άνθρωπος στην Ελλάδα; Για να αγοράσω την Αθήνα, να την γκρεμίσω και να την ξαναχτίσω από την αρχή». Ο Κουντέλκα είναι μνημείο ζωντανό ενός είδους ανθρώπου που στις ημέρες μας ούτε στα βιβλία δεν συναντάει κανείς. Απολαύστε τον!